- φιλοκρόταλος
- φῐλο-κρότᾰλος, ον,A loving the
κρόταλα, θυμέλαι AP9.505.8
.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
κρόταλα, θυμέλαι AP9.505.8
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
φιλοκρόταλος — ον, Α αυτός που χαίρεται με τον μουσικό ήχο τον οποίο παράγουν τα κρόταλα. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + κρόταλος (< κρόταλον)] … Dictionary of Greek
φιλοκροτάλοιο — φιλοκρόταλος loving the masc/fem/neut gen sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φιλοκροτάλοισι — φιλοκρόταλος loving the masc/fem/neut dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φιλοκροτάλοισιν — φιλοκρόταλος loving the masc/fem/neut dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φιλοκροτάλων — φιλοκρόταλος loving the masc/fem/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)